Η οικονομική κρίση της Ελλάδας και η πτώχευση του 1932, ήταν αποτέλεσμα ενός συνδυασμού εσωγενών και εξωγενών παραγόντων. Οι σημαντικότεροι αυτών ήταν η οικονομική κρίση του 1929, αλλά και η σύνδεση της Ελλάδας, μέσω της πολιτικής Βενιζέλου με τη Γαλλία και την εμμονή του στην τήρηση του κανόνα του χρυσού. Έτσι την ώρα που οι άλλες οικονομίες άρχιζαν να ανακάμπτουν από το μεγάλο κραχ του 1929, η Ελλάδα και η Γαλλία μόλις έμπαιναν στο μάτι του κυκλώνα. Επίσης σημαντικός παράγοντας ήταν, για μια ακόμα φορά, ο υπερβολικός δανεισμός και ο ρόλος των τραπεζών.
Μετά το 1922, όλες οι κυβερνήσεις είχαν στραφεί στον εξωτερικό δανεισμό, λαμβάνοντας, μεταξύ των ετών 1922-32, συνολικά πάνω από 15,5 δις δραχμές, θεωρητικά. Γιατί στα κρατικά ταμεία έφτασαν τα 13,5 δις. Τα υπόλοιπα έγινα προμήθειες εντός και εκτός. Το μέσο ονομαστικό επιτόκιο ήταν 7%, ενώ το μέσο πραγματικό επιτόκιο ανερχόταν τουλάχιστον στο 8%. Ο μέσος χρόνος απόσβεσης των δανείων ήταν τα 33 έτη. Το 67,42% του ποσού αυτού προήλθε από Βρετανούς κεφαλαιούχους, το 9,88% από τις ΗΠΑ, το 7,5 % από τη Γαλλία και τα υπόλοιπα από άλλες πηγές. Παράλληλα όμως ελήφθησαν και δάνεια από το εσωτερικό ύψους 2 δις, 200 εκ. δραχμών.
Το αποτέλεσμα ήταν να επιβαρυνθεί δραματικά ο κρατικός προϋπολογισμός. Το δε συνολικό δημόσιο χρέος της χώρας, στα μέσα του 1931, εκτοξεύτηκε στα 44 δις δραχμές. Άμεση συνέπεια του υπερβολικού δανεισμού ήταν το γεγονός ότι διογκώθηκαν τα ελλείμματα και ειδικά το δημόσιο χρέος. Ουσιαστικά, η ετήσια εξυπηρέτηση των δανείων απαιτούσε το 81% των συναλλαγματικών διαθεσίμων της χώρας. Το σύνολο των ετησίων πληρωμών προς το εξωτερικό από το 1,56 δις δραχμές το 1923, έφτασε τα 2 δις το 1925/6 και από το 1929 εκτοξεύτηκε πάνω από τα 3 δις ετησίως. Ειδικά, την περίοδο 1928-1932, η Ελλάδα είχε εισπράξει από δάνεια 10,3 δις δραχμές και είχε καταβάλλει για την εξυπηρέτηση του χρέους 13,9 δις, δηλαδή 35% περισσότερα χρήματα απ’ όσα είχε τελικά εισπράξει.
Μια άλλη σημαντική συνέπεια του υπερδανεισμού της χώρας ήταν η επιβάρυνση του κρατικού προϋπολογισμού που με δυσκολία μπορούσε να ισοσκελιστεί. Τα αποτελέσματα αυτού του υπέρογκου δανεισμού εκδηλώθηκαν το 1932, οπότε η Ελλάδα, αδυνατώντας ν’ ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις της στο εξωτερικό κήρυξε πτώχευση, δηλαδή αναστολή πληρωμών των δανείων στο εσωτερικό και στο εξωτερικό. Τελικά, η κρίση χτύπησε και τις ελληνικές τράπεζες.
Από τη στιγμή δε που αναγγέλθηκε από το ελληνικό δημόσιο η αναστολή πληρωμών, δημιουργήθηκε αναστάτωση στους δανειστές του εξωτερικού που άρχισαν να πιέζουν τις κυβερνήσεις τους να λάβουν μέτρα κατά της Ελλάδας.
Οι πρέσβεις της Αγγλίας, της Γαλλίας, της Ιταλίας και των ΗΠΑ επέδωσαν (28 Απριλίου 1932) κοινή διαμαρτυρία κατά της Ελλάδας, την οποία όμως οι ίδιοι υπέρ-δάνειζαν, και τότε, αν και γνώριζαν ότι δεν υπήρχε η δυνατότητα αποπληρωμής των δανείων. Υπολόγιζαν, ειδικά οι Βρετανοί, σε άλλα ανταλλάγματα, τα οποία και κέρδισαν τελικά, με την Ελλάδα να προσδένεται ασφυκτικά στο βρετανικό άρμα, από το 1935 και έπειτα.
πηγη:hellasforce.com